Οι πιλότοι της F1 που βγήκαν απ' το κόκπιτ και έφτιαξαν τις δικές τους ομάδες


Γυρίζουμε τον χρόνο πίσω και θυμόμαστε έξι περιπτώσεις Παγκόσμιων Πρωταθλητών, οι οποίοι μετά το πέρας της καριέρας τους έγιναν ιδιοκτήτες ομάδων.

  • ΚΕΙΜΕΝΟ: ΓΙΑΝΝΗΣ-ΜΑΡΙΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΦΩΤ.: ΑΡΧΕΙΟ
  • 17/3/2024
Στη σχεδόν 75άχρονη ιστορία του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος της Formula 1 συνολικά 775 οδηγοί από 41 διαφορετικές χώρες έχουν λάβει μέρος σε τουλάχιστον έναν αγώνα. Στις 73 σεζόν έως τώρα, 34 διαφορετικοί πιλότοι έχουν καταφέρει να κατακτήσουν τον τίτλο του Παγκόσμιου Πρωταθλητή.
 
Με λίγα λόγια, σχεδόν ένας στους 23 οδηγούς κάποια στιγμή στην καριέρα του ανέβηκε στο «Έβερεστ» του κορυφαίου μηχανοκίνητου σπορ, κατακτώντας το Πρωτάθλημα. Ακόμα πιο μικρή, όμως, είναι η λίστα των Παγκόσμιων Πρωταθλητών, οι οποίοι μετά το πέρας της αγωνιστικής καριέρας τους αποφάσισαν να επενδύσουν μέρος των χρημάτων τους στη δημιουργία μιας ομάδας Formula 1.

Στην ιστορία του σπορ έως τώρα, μόλις έξι είναι οι πιλότοι, οι οποίοι έκαναν το μεγάλο βήμα, τολμώντας να «στήσουν» τη δική τους ομάδα. Άλλες φορές με επιτυχία, άλλες όχι. Κάποιες περιπτώσεις ομάδων «έσβησαν» έπειτα από λίγα χρόνια. Άλλες, όπως η Stewart Grand Prix, με το πέρασμα των χρόνων μετεξελίχθηκαν. Και έφτασαν να κατακτούν τον έναν τίτλο μετά τον άλλον, ως Red Bull πλέον!

Την τελευταία διετία το όνομα «Andretti» επέστρεψε στο προσκήνιο, με την ομάδα που δημιούργησε ο Παγκόσμιος Πρωταθλητής του 1978, Mario Gabriele Andretti, να φλερτάρει τους προηγούμενους μήνες με την πανηγυρική είσοδό της στον «μαγικό κόσμο» της Formula 1. Δυστυχώς, πριν από λίγες ημέρες, η Formula 1 απέρριψε την πρόταση της Andretti Global να ενταχθεί στο grid και μπορείτε να διαβάσετε το σκεπτικό της απόφασης πατώντας ΕΔΩ.

Παρ’ όλο που πίσω από τη σημερινή ομάδα της Andretti Autosport βρίσκεται ο Michael Andretti, ολόκληρη η κληρονομιά προέρχεται από τον πατέρα του ο οποίος κέρδισε το πρωτάθλημα F1 το 1978, τον θρυλικό Mario Andretti. Με αφορμή την Andretti Autosport, λοιπόν, ξεφυλλίζουμε το βιβλίο της ιστορία της Formula 1 και θυμόμαστε αυτούς που τόλμησαν και κρεμώντας την αγωνιστική φόρμα και το κράνος τους, κάθισαν στην… ηλεκτρική καρέκλα του ιδιοκτήτη μιας ομάδας Formula 1.

Jack Brabham - Brabham (Motor Racing Developments Ltd.) - 1962-1992

Ο Jack Brabham ήταν αυτός που… άνοιξε τον χορό των Πρωταθλητών οι οποίοι μετεξελίχθηκαν σε ιδιοκτήτες ομάδων. Και μάλιστα μέχρι σήμερα είναι με διαφορά το πλέον επιτυχημένο εγχείρημα στην ιστορία της Formula 1.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο δύο φορές Παγκόσμιος Πρωταθλητής τότε, Jack Brabham και ο μηχανικός Ron Tauranac δημιούργησαν την ομάδα Motor Racing Developments, η οποία παρήγαγε αγωνιστικά αυτοκίνητα για πελάτες, ενώ ο ίδιος ο Brabham συνέχισε να αγωνίζεται για την Cooper. Η MRD παρήγαγε αυτοκίνητα για τη Formula Junior, με το πρώτο να εμφανίζεται στα μέσα του 1961. Ο Brabham εγκατέλειψε την Cooper το 1962 για να οδηγήσει για τη δική του ομάδα, την Brabham Racing Organisation, χρησιμοποιώντας αυτοκίνητα κατασκευασμένα από τη Motor Racing Developments.

Μέχρι το 1964 ήταν μια επιτυχημένη ομάδα, με τον Dan Gurney να κερδίζει στη Γαλλία και στο Μεξικό. Ο ίδιος ο Brabham οδηγούσε για τη δική του ομάδα από την εναρκτήρια σεζόν, μέχρι και το 1970, όταν και αποχώρησε από την ενεργό δράση, κατακτώντας το 1966 το Πρωτάθλημα Οδηγών. Ακόμα και σήμερα, ο Αυστραλός είναι ο μοναδικός οδηγός που κέρδισε έναν τίτλο στη F1 με το δικό του μονοθέσιο. Παράλληλα, η Brabham ήταν Πρωταθλήτρια Κατασκευαστών το 1966 και το 1967.

Από το 1972 έως το 1987 οι νίκες συνεχίστηκαν, μεταξύ άλλων με το θρυλικό «fan car» του 1978. Ωστόσο, η μεγάλη «έκρηξη» έγινε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και δη την τριετία 1981-1983, όταν ο Nelson Piquet πήρε δύο από τους τρεις τίτλους του με μονοθέσια της Brabham. Η τελευταία νίκη της ομάδας ήρθε από τον Piquet στη Γαλλία το 1985. Από τότε σταδιακά ξεκίνησε μια περίοδος που οδήγησε στην παρακμή της ομάδας. Οι διαμάχες για την ιδιοκτησία της Brabham επηρέασαν τη συνολική λειτουργία της ομάδας, η οποία διέκοψε οριστικά τη λειτουργία της το 1992.

John Surtees - Surtees Racing Organisation - 1970-1978

Σχεδόν μία δεκαετία μετά από τον Brabham, ένας άλλος Παγκόσμιος Πρωταθλητής αποφάσισε να ακολουθήσει τα χνάρια του Αυστραλού. Ο λόγος για τον John Surtees, τον Παγκόσμιο Πρωταθλητή του 1964, ο οποίος δημιούργησε τη δική του ομάδα το 1970, χρησιμοποιώντας αρχικά ένα σασί της McLaren, προτού προχωρήσει στη δημιουργία του πρώτου αμιγώς δικού του μονοθεσίου.

Η Surtees παρουσίαζε μια αργή αλλά σταθερή πρόοδο, κατακτώντας την 5η θέση στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών το 1972, μπροστά από ομάδες όπως η BRM, η Matra και η Brabham. Ο Mike Hailwood σημείωσε το καλύτερο αποτέλεσμα της ομάδας, μία δεύτερη θέση στο ιταλικό γκραν πρι στην πίστα της Μόντσα.

Παρ’ όλο που το 1973 ο Carlos Pace ανέβηκε στο τρίτο σκαλί του βάθρου στον αγώνα της Αυστρίας, η ομάδα Surtees πέρασε μια περίοδο οικονομικών δυσχερειών, ο οποίες οδήγησαν στο οριστικό κλείσιμό της το 1978.

Graham Hill - Embassy Racing With Graham Hill - 1973-1975

Όσο επιτυχημένος ως οδηγός ήταν ο Graham Hill, τόσο εκ διαμέτρου αντίθετη ήταν η πορεία της ομάδας που δημιούργησε το 1973. Η Embassy Racing With Graham Hill αρχικά συμμετείχε με μονοθέσια που είχαν αγοραστεί από τη Shadow και τη Lola, συγκεντρώνοντας μόνο έναν βαθμό στις δύο πρώτες σεζόν, χάρη στην έκτη θέση του Hill στο γκραν πρι της Σουηδίας το 1974.
 
Το πρώτο σασί που κατασκεύασε η ίδια η ομάδα ήταν το GH01, το οποίο είχε σαφείς σχεδιαστικές επιρροές από τη Lola. Με αυτό το μονοθέσιο, η Embassy κατέκτησε τρεις βαθμούς το 1975, με μία έκτη θέση του Tony Brise στη Σουηδία και μία πέμπτη του μετέπειτα Παγκόσμιου Πρωταθλητή Alan Jones, στην πίστα του Νίρμπουργκρινγκ στη Γερμανία.
 
Η ομάδα είχε βάλει πιο ψηλά τον πήχη για το 1976, αλλά το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα που στοίχισε τη ζωή στον Graham Hill, είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους άλλα πέντε μέλη της ομάδας Embassy Hill, συμπεριλαμβανομένου του οδηγού Tony Brise. Μοιραία, λίγους μήνες αργότερα η ομάδα ανέστειλε τη λειτουργία της…
 

Emerson Fittipaldi - Fittipaldi Automotive - 1975-1982

Ο δις Παγκόσμιος Πρωταθλητής Emerson Fittipaldi πήρε την τολμηρή απόφαση να δημιουργήσει μία ομάδα Formula 1 με τον μεγαλύτερο αδελφό του Wilson, ο οποίος ήταν, επίσης, οδηγός αγώνων. Η Fittipaldi Automotive συμμετείχε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Formula 1 από το 1975 έως το 1982. Ήταν η μοναδική ομάδα που είχε έδρα τη Βραζιλία. Η ομάδα δημιουργήθηκε το 1974, με χρήματα από τον βραζιλιάνικο συνεταιρισμό ζάχαρης και αλκοόλ Copersucar και, φυσικά, συμμετείχε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα με βραζιλιάνικη άδεια.

Η ομάδα είχε αρχικά την έδρα της στη γενέτειρα των Fittipaldi, το Σάο Πάολο, σχεδόν 10.000 χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο της παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, πριν μετακομίσει στο Ρέντινγκ του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τη διάρκεια του 1977. 

Ο Έμερσον Φιτιπάλντι έγινε οδηγός της ομάδας το 1976, αφού εγκατέλειψε τη McLaren, αλλά δεν μπόρεσε να κάνει πραγματικότητα το όνειρο της κατάκτησης του τρίτου παγκόσμιου τίτλου με τη δική του ομάδα. Το 1980 η ομάδα απέκτησε μεγάλο μέρος της Wolf, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών του θρυλικού σχεδιαστή Harvey Postlethwaite, του ανερχόμενου Adrian Newey και του Keke Rosberg. Ο Rosberg και ο Fittipaldi ανέβηκαν στο βάθρο στην Αργεντινή (ο Φινλανδός ήταν τρίτος) και στο Λονγκ Μπιτς (επίσης τρίτος ο Fittipaldi), αλλά ο Fittipaldi αποσύρθηκε στο τέλος της σεζόν του 1980. Η Fittipaldi Automotive ανέστειλε τη λειτουργία της, αφού συγκέντρωσε μόνο έναν βαθμό στην τελευταία της σεζόν, το 1982.

Sir Jackie Stewart - Stewart Grand Prix - 1997-1999

Η τελευταία σεζόν της αγωνιστικής καριέρας του Sir Jackie Stewart στη Formula 1 ήταν το 1973. Ο Σκοτσέζος είχε προλάβει μέχρι τότε να κατακτήσει τρία Παγκόσμια Πρωταθλήματα, το 1969, το 1971 και το 1973, ολοκληρώνοντας τη διαδρομή του ως πιλότου μόλις στα 34 χρόνια του. 

Βεβαίως, ο Stewart δεν απομακρύνθηκε ποτέ από τη Formula 1. Η παρουσία του στα πάντοκ ήταν συχνή, όμως δεν είχε εκδηλώσει την επιθυμία να εμπλακεί με το σπορ από το μετερίζι του ιδιοκτήτη ομάδας. Μέχρι το 1997, οπότε ίδρυσε μαζί με τον γιο του Paul την HSBC Malaysia Stewart Ford. Ο Paul Stewart είχε δημιουργήσει λίγα χρόνια νωρίτερα την Paul Stewart Racing, με την υποστήριξη της Ford, συμμετέχοντας στη F3000. Τα αποτελέσματα ήταν μέτρια στις δύο πρώτες σεζόν, με εξαίρεση την απροσδόκητη δεύτερη θέση του Rubens Barrichello στο γκραν πρι του Μονακό το 1997.

Ωστόσο, ένα πολύ πιο ανταγωνιστικό μονοθέσιο το 1999 έκανε την ομάδα να έχει συχνή παρουσία στους βαθμούς, με τον Barrichello να εξασφαλίζει τη μοναδική της pole position στο γκραν πρι της Γαλλίας μαζί με δύο βάθρα στο πρώτο μισό της χρονιάς. Η βελτιωμένη τρίτη σεζόν ενθάρρυνε τη Ford να εξαγοράσει την ομάδα για το 2000.

Το… χαοτικό ευρωπαϊκό γκραν πρι του 1999 στο Νίρμπουργκρινγκ έφερε στην ομάδα την πρώτη της νίκη με τον Johnny Herbert, την ώρα που ο Barrichello ήταν τρίτος. Η συμμετοχή της Ford, με το όνομα Jaguar Racing, συνεχίστηκε έως το 2004, όταν η ομάδα εξαγοράστηκε από έναν ανερχόμενο Αυστριακό ιδιοκτήτη εταιρείας παρασκευής ενεργειακών ποτών, ονόματι Dietrich Mateschitz. Η ομάδα μετονομάστηκε σε Red Bull Racing. Η συνέχεια είναι γνωστή…

Alain Prost - Prost Grand Prix - 1997-2001

Τελευταίος σε αυτήν τη λίστα είναι ο τέσσερις φορές Παγκόσμιος Πρωταθλητής Alain Prost. Ο «κύριος καθηγητής» ολοκλήρωσε την αγορά της Ligier λίγες εβδομάδες πριν από την έναρξη της σεζόν του 1997, μΊα χρονιά που αποδείχθηκε μακράν η πιο επιτυχημένη της ομάδας.
 
Ο Olivier Panis, ο οποίος ουσιαστικά έτρεχε με ένα ανακατασκευασμένο μονοθέσιο της Ligier, ήταν τρίτος στο Ιντερλάγκος της Βραζιλίας και δεύτερος στη Βαρκελώνη, προτού ένα διπλό κάταγμα του ποδιού τον θέσει εκτός μάχη για επτά αγώνες. Ο αντικαταστάτης του, Jarno Trulli, ήταν τέταρτος στο Χόκενχαϊμ, την ώρα που ο Ιάπωνας Shinji Nakano είχε να επιδείξει ως καλύτερα αποτελέσματα δύο έκτες θέσεις σε Καναδά και Ουγγαρία.
 
Στο πλαίσιο μιας ευρύτερης φιλοδοξίας να γίνει η ομάδα «όλης της Γαλλίας», η Prost Grand Prix πέρασε από τους κινητήρες της Mugen-Honda στην Peugeot. Η απόφαση δεν δικαίωσε τον Prost, καθώς η ομάδα δεν μπόρεσε να εξελίξει ένα ανταγωνιστικό μονοθέσιο, ενώ και το γαλλικό μοτέρ αποδείχθηκε κατώτερο αυτού της Mugen-Honda.
 
Με εξαίρεση μια δεύτερη θέση του Trulli στο ευρωπαϊκό γκραν πρι του 1999 στο Νίρμπουργκρινγκ, τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά. Η συμφωνία με τη Ferrari για παροχή κινητήρων το 2001 δεν μπόρεσε να δώσει το έναυσμα για αναγέννηση της Prost Grand Prix, η οποία στο τέλος της σεζόν κατέβασε οριστικά ρολά…